Οι μύθοι βρίσκονται παντού και μπορούν να δυσκολεύουν κατά κάποιο τρόπο τη ζωή μας. Ειδικά στο θέμα διαβήτη και διατροφής, υπάρχουν πολλοί μύθοι που πρέπει να καταρριφθούν, γιατί δημιουργούν στον ασθενή την αίσθηση της στέρησης και του περιορισμού επιλογής τροφών.
Μύθος: Η μεγάλη κατανάλωση ζάχαρης προκαλεί διαβήτη.
Αλήθεια: Η υψηλή κατανάλωση ζάχαρης δεν προκαλεί την εμφάνιση διαβήτη. Ο διαβήτης τύπου 1 οφείλεται κυρίως σε γενετικούς παράγοντες, ενώ ο διαβήτης τύπου 2 οφείλεται σε γενετικούς και περιβαλλοντικούς παράγοντες. Ένας υπέρβαρος ή παχύσαρκος άνθρωπος έχει αυξημένες πιθανότητες εμφάνισης διαβήτη τύπου 2.
Η αύξηση του βάρους προέρχεται από αυξημένη πρόσληψη θερμίδων ανεξάρτητα όμως από το αν προέρχονται από τη ζάχαρη ή από λίπος.
Μύθος: Μπορώ να ρυθμίσω τη φαρμακευτική μου αγωγή, για να φάω ότι θέλω.
Αλήθεια: Αν λαμβάνετε ινσουλίνη, θα έχετε εκπαιδευτεί πόσες μονάδες θα πρέπει να πάρετε σύμφωνα με το είδος και την ποσότητα της τροφής που καταναλώνετε. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι μπορείτε να κάνετε καταχρήσεις στη διατροφή σας επειδή μπορείτε να το αντισταθμίσετε με την ινσουλίνη.
Αν λαμβάνετε άλλο είδος φαρμάκου, μην προσπαθήσετε να αλλάξετε τη δοσολογία του φαρμάκου για να καταναλώσετε αυτό που επιθυμείτε, εκτός κι αν έχετε συνεννοηθεί με τον ιατρό σας.
Μύθος: Όσοι έχουν διαβήτη δεν πρέπει να καταναλώνουν αμυλούχες τροφές όπως ψωμί, πατάτες, ζυμαρικά.
Αλήθεια: Οι αμυλούχες τροφές αποτελούν μέρος μιας σωστής και ισορροπημένης διατροφής. Αυτό που είναι πιο σημαντικό από όλα είναι το μέγεθος της μερίδας. Το ψωμί ολικής άλεσης, τα δημητριακά ολικής άλεσης, τα ζυμαρικά, το ρύζι και τα αμυλούχα λαχανικά όπως οι πατάτες, τα μπιζέλια και το καλαμπόκι μπορούν να συμπεριλαμβάνονται στα κυρίως γεύματα ή στα ενδιάμεσα.
Μάθετε πόσους υδατάνθρακες περιέχουν οι τροφές που σας ενδιαφέρουν και μετά κατανέμετέ τους μέσα στην ημέρα έτσι ώστε να διατηρούνται τα επίπεδα της γλυκόζης σταθερά. Αυτό που πρέπει να προσέξετε είναι η ποσότητα, καθώς και το να επιλέγετε προϊόντα ολικής άλεσης.
Μύθος: Μια διατροφή πλούσια σε πρωτεΐνες είναι ότι καλύτερο για ανθρώπους με διαβήτη.
Αλήθεια: Οι άνθρωποι με διαβήτη τύπου 2 θα πρέπει να ακολουθούν μια διατροφή με την ίδια σύσταση σε θρεπτικά συστατικά όπως και οι υγιείς άνθρωποι, δηλαδή όσον αφορά τις πρωτεΐνες θα πρέπει η πρόσληψή τους να καλύπτει το 15-20% των ημερήσιων ενεργειακών αναγκών του ανθρώπου.
Οι καλύτερες πηγές πρωτεΐνης είναι: τα άπαχα κρέατα, τα πουλερικά, το ψάρι, τα άπαχα γαλακτοκομικά προϊόντα. Ειδικά οι ασθενείς με συνυπάρχουσα νεφρική νόσο θα πρέπει να είναι πολύ προσεκτικοί, καθώς δίαιτες πλούσιες σε πρωτεΐνη μπορούν να επιβαρύνουν τη νεφρική λειτουργία.
Μύθος: Οι διαβητικοί δεν μπορούν να φάνε γλυκά φρούτα όπως οι μπανάνες ή τα σταφύλια.
Αλήθεια: Υπάρχει η άποψη ότι αν κάποιος έχει διαβήτη δεν μπορεί να καταναλώσει γλυκά φρούτα όπως για παράδειγμα μια μπανάνα. Αυτή η άποψη δεν ισχύει, ο ασθενής μπορεί να καταναλώσει όποιο φρούτο επιθυμεί αρκεί να είναι προσεκτικός με το μέγεθος της μερίδας.
Αν, για παράδειγμα, καταναλώσει δυο φέτες καρπούζι, τότε σαφώς η αύξηση της γλυκόζης στο αίμα θα είναι μεγαλύτερη από το αν κατανάλωνε ένα μήλο. Γενικότερα, τα φρούτα είναι μια πολύ καλή επιλογή, καθώς αποδίδουν λίγες θερμίδες, δεν περιέχουν λίπος και είναι πλούσια σε βιταμίνες και ιχνοστοιχεία.
Μύθος: Τα ‘διαβητικά’ τρόφιμα απευθύνονται στους διαβητικούς γι΄ αυτό μπορούμε να τα καταναλώνουμε άφοβα.
Αλήθεια: Τα τρόφιμα για διαβητικούς είναι τρόφιμα στα οποία έχει αντικατασταθεί η ζάχαρη από άλλα γλυκαντικά, όπως η φρουκτόζη ή προϊόντα όπως τα μακαρόνια που έχει μειωθεί η περιεκτικότητά τους σε υδατάνθρακες και έχει αυξηθεί σε πρωτεΐνες.
Οι μελέτες δείχνουν ότι ο σημαντικός περιορισμός των υδατανθράκων σ’ ένα πρόγραμμα διατροφής καθώς και ο πλήρης αποκλεισμός της ζάχαρης δεν βοηθά στην καλύτερη ρύθμιση του σακχάρου. Ένα διαβητικό άτομο μπορεί να καταναλώνει οποιοδήποτε τρόφιμο, ακόμη και γλυκά, όταν οι θερμίδες και οι υδατάνθρακες που περιέχονται σε αυτό έχουν υπολογιστεί από τον ειδικό που εκπονεί ένα διαιτολόγιο.
Επίσης, κάποια προϊόντα για διαβητικούς είναι πλούσια σε θερμίδες και λίπος και αν αυτό συνδυαστεί με τη λαθεμένη εντύπωση που προκαλείται στους διαβητικούς ότι ένα τέτοιο προϊόν, αφού είναι ειδικό, μπορεί να καταναλωθεί σε μεγαλύτερες ποσότητες, τότε έχουμε προβλήματα απορρύθμισης του σακχάρου, καθώς και κινδύνους ανάπτυξης παχυσαρκίας.